Δρ Νίκος Χριστοφορίδης, MD, MSc, FRCOG, Χειρουργός Μαιευτήρας-Γυναικολόγος, Επιστημονικός & Κλινικός Διευθυντής Embryolab, Συνιδρυτής Embryolab Academy.
“Δεν μας πειράζει, και δίδυμα να πιάσουμε, η χαρά μας θα είναι μεγαλύτερη”. Είναι η πιο συχνή απάντηση που λαμβάνουμε στα ιατρεία γονιμότητας όταν ξεκινά η συζήτηση για τις πιθανές παρενέργειες που συνοδεύουν τις θεραπείες υποβοήθησης. Σε αντίθεση με το σύνδρομο υπερδιέγερσης ωοθηκών, που πλέον έχει σχεδόν εξαφανιστεί με τα σύγχρονα ιατρικά πρωτόκολλα, μια άλλη, σοβαρή παρενέργεια των θεραπειών υποβοήθησης, οι δίδυμες εγκυμοσύνες, εξακολουθεί να προκαλεί διάφορα προβλήματα, τόσο στις έγκυες γυναίκες, όσο και στα έμβρυα που κυοφορούν.
Η πιθανότητα να μείνει έγκυος μια γυναίκα με δίδυμα ή άλλη πολύδυμη εγκυμοσύνη μετά από εξωσωματική γονιμοποίηση αυξάνει σημαντικά όταν μεταφέρονται περισσότερα έμβρυα από ένα κατά την εμβρυομεταφορά. Η εμβρυομεταφορά δύο εμβρύων, συχνή πρακτική για την αύξηση των ποσοστών επιτυχίας, αλλά και για την εξοικονόμηση κόστους σε διαδικασίες που συνήθως είναι εξαρχής ακριβές, έχουν ως αποτέλεσμα την αύξηση των διδύμων εγκυμοσυνών. Ωστόσο, μία δίδυμη εγκυμοσύνη είναι εγκυμοσύνη υψηλού κινδύνου, δηλαδή κατάσταση για τον οργανισμό που συνδυάζεται αυξημένες πιθανότητες για παρενέργειες. Έτσι, στη διάρκεια μιας δίδυμης και πολύδυμης εγκυμοσύνης, παρατηρούνται αυξημένες πιθανότητες αποβολών, υπέρτασης και προ-εκλαμψίας, σακχαρώδους διαβήτη κύησης, όπως και αιμορραγιών που έχουν σχέση με τον πλακούντα. Ωστόσο, η πιο κρίσιμη επιπλοκή μίας δίδυμης εγκυμοσύνης είναι η αυξημένη πιθανότητα για πρόωρο τοκετό. Όσο πιο νωρίς ξεκινήσει ο τοκετός όμως, τόσο αυξάνονται οι επιπλοκές στα νεογνά, κάποιες φορές δημιουργώντας χρόνια προβλήματα που αφορούν το αναπνευστικό σύστημα, αλλά και το νευρικό σύστημα με αναπτυξιολογικές δυσκολίες.
Η σταδιακή αποδοχή της εμβρυομεταφοράς ενός εμβρύου, ειδικά σε γυναίκες που έχουν αυξημένη πιθανότητα να μείνουν έγκυες, όπως αυτές σε μικρότερη ηλικία, θεραπείες με δωρεά ωαρίου, ή δωρεά εμβρύου, έχει αποτελέσει ένα πρώτο βήμα περιορισμού των διδύμων εγκυμοσυνών μετά από εξωσωματική γονιμοποίηση. Ιδιαίτερη προσοχή απαιτείται ωστόσο, και στις θεραπείες πρόκλησης πολλαπλής ωορρηξίας σε συνδυασμό με σπερματέγχυση, καθώς εκεί ο έλεγχος είναι πιο δύσκολος για τον τελικό αριθμό ωαρίων που μπορεί να γονιμοποιηθεί και να εμφυτευτεί. Έτσι, κάποιες φορές μπορεί να είναι προς όφελος του ζευγαριού να αναβάλει την ολοκλήρωση μίας θεραπείας πρόκλησης ωορρηξίας και σπερματέγχυση, αν ο αριθμός των ωαρίων που παράγεται είναι αυξημένος.
Ο περιορισμός των διδύμων κυήσεων είναι πρώτα θέμα ενημέρωσης και σωστής πληροφόρησης των γυναικών και των ζευγαριών που υποβάλλονται σε θεραπείες υποβοήθησης, τόσο εξωσωματικής γονιμοποίησης, όσο και πρόκλησης πολλαπλής ωορρηξίας και σπερματεγχύσεων. Ωστόσο, σημαντικό παράγοντα αποτελεί και η οικονομική δυνατότητα για ένα ζευγάρι να υποστηρίξει αποφάσεις που μπορεί να οδηγήσουν σε επιπλέον θεραπείες. Εδώ, η συνδρομή της πολιτείας, συγκεκριμένα η ασφαλιστική κάλυψη των κύκλων εξωσωματικής γονιμοποίησης, θα έχει καταλυτικό ρόλο. Η κάλυψη των οικονομικών αναγκών που προκύπτουν από στρατηγικές περιορισμού διδύμων εγκυμοσυνών είναι προς όφελος της πολιτείας και του συστήματος υγείας. Κάτι τέτοιο γίνεται πιο αντιληπτό αν αναλογιστούμε ότι συχνά το σύστημα υγείας οδηγείται σε κάλυψη μακροπρόθεσμων δαπανών που δημιουργούνται σε περιπτώσεις επιπλοκών που ξεκινούν από μία δίδυμη ή πολύδυμη εγκυμοσύνη.