Δρ Νίκος Χριστοφορίδης, MD, MSc, FRCOG, Χειρουργός Μαιευτήρας-Γυναικολόγος, Επιστημονικός & Κλινικός Διευθυντής Embryolab, Συνιδρυτής Embryolab Academy
Αν και η θεραπεία της εξωσωματικής γονιμοποίησης ξεκίνησε με επιτυχία στον φυσικό κύκλο κάνοντας χρήση της φυσικής ωορρηξίας, σύντομα φάνηκε το όφελος από την ορμονική διέγερση των ωοθηκών με στόχο την ταυτόχρονη ανάπτυξη πολλών ωαρίων μαζί: όσο αυξάνονταν ο αριθμός των ωαρίων, τόσο μεγάλωνε και η πιθανότητα να δημιουργηθεί κάποιο έμβρυο υψηλής ποιότητας, που θα εμφυτευόταν πιο εύκολα κατά την εμβρυομεταφορά και θα οδηγούσε σε εγκυμοσύνη.
Για πολλά χρόνια η έμφαση παρέμεινε στην ορμονική διέγερση με δοσολογίες φαρμάκων τέτοιες που θα απέδιδαν μεγάλους αριθμούς ωαρίων. Ωστόσο, από τα μέσα της δεκαετίας του 2000, μελέτες άρχισαν να προβάλλουν εναλλακτικές οδούς στην προσπάθεια να συλλεχθούν ωάρια κατά τη διέγερση των ωοθηκών, κυρίως μειώνοντας τις δοσολογίες των ορμονών και τη διάρκεια χορήγησης τους. Φάνηκε πως μία τέτοια προσέγγιση ήταν αφενός πιο φιλική για τις γυναίκες, μείωνε σημαντικά την πιθανότητα σοβαρών επιπλοκών, όπως το σύνδρομο υπερδιέγερσης των ωοθηκών, χωρίς να διαφέρει σημαντικά στην πιθανότητα εγκυμοσύνης σε σχέση με τις συνήθεις μεγαλύτερες δοσολογίες. Μπορεί ο τελικός αριθμός των εμβρύων που σχηματίζονταν να ήταν μικρότερος στην περίπτωση των λιγότερων ορμονικών φαρμάκων, αυτό όμως εξακολουθούσε να δίνει καλές πιθανότητες επιτυχίας, αν και αυτό δεν επέτρεπε εύκολα πλεονάζοντα έμβρυα για να παγώσουν και να χρησιμοποιηθούν σε μελλοντικό χρόνο.
Η εφαρμογή των μειωμένων ορμονικών δόσεων στα πρωτόκολλα της εξωσωματικής γονιμοποίησης, γνωστή και ως ήπια διέγερση, εξαπλώθηκε σχετικά γρήγορα, ενώ πορσπάθειες έγιναν να επεκταθεί η χρήση της και σε πιο ειδικές περιπτώσεις υπογονιμότητας, όπως για παράδειγμα σε γυναίκες με χαμηλά αποθέματα ωαρίων. Η αρχική υπόθεση ότι η ήπια διέγερση θα έδινε καλύτερης ποιότητας ωάρια, όπως και το αντίθετο, ότι οι μεγαλύτερες δοσολογίες ορμονικών φαρμάκων προκαλούν χρωμοσωμικές ανωμαλίες, δεν επιβεβαιώθηκαν ποτέ. Αντίθετα, σήμερα γνωρίζουμε ότι τόσο η ποιότητα ενός ωαρίου, όσο και η χρωμοσωμική του σύνθεση δεν φαίνεται να επηρεάζεται ιδιαίτερα από τη δοσολογία του φαρμάκου που έχει χρησιμοποιηθεί. Ωστόσο, ο πιο σημαντικός παράγοντας που εξακολουθεί να έχει σημασία είναι ο τελικός αριθμός των ωαρίων που παράγονται από την ωοθήκη σε σχέση με την εκάστοτε ηλικία της γυναίκας. Έτσι, καθώς η ανάγκη για αριθμούς ωαρίων μεγαλώνει όσο αυξάνει η ηλικία, η ήπια διέγερση μάλλον δεν φαίνεται να αποδίδει εξίσου σε σχέση με τις μεγαλύτερες ηλικίες. Αντίθετα, μικρότεροι αριθμοί ωαρίων, σε μεγαλύτερες ηλικίες μειώνουν την πιθανότητα επιτυχίας.
Τα στοιχεία αυτά, συνολικά, λίγο πολύ ξεκαθαρίζουν τη θέση που έχει σήμερα η ήπια διέγερση, η χρήση μειωμένων ορμονικών δόσεων δηλαδή, κατά την εξωσωματική γονιμοποίηση: ενώ σε μικρότερες ηλικίες η πιθανότητα εγκυμοσύνης είναι παρόμοια, σε μεγαλύτερες ηλικίες, λόγω μεγαλύτερων αναγκών για ωάρια, οι ήπιες διεγέρσεις έχουν μικρότερη πιθανότητα επιτυχίας.
Ωστόσο, όταν τα αποθέματα ωαρίων είναι πλέον ιδιαίτερα χαμηλά, εκεί τόσο οι συνήθεις ορμονικές δοσολογίες, όσο και η ήπια διέγερση έχουν περίπου τα ίδια αποτελέσματα σε αριθμούς ωαρίων: όσο και όπως να διεγερθούν οι ωοθήκες το αποτέλεσμα δεν είναι ικανοποιητικό. Στις περιπτώσεις αυτές έχουν δοκιμαστεί με επιτυχία εναλλακτικές στρατηγικές, κυρίως αυτή της συλλογής ωαρίων/εμβρύων από περισσότερους κύκλους, παγώνοντας ό,τι προκύπτει από τον κάθε κύκλο μέχρι την τελική επιλογή των εμβρύων που θα μεταφερθούν στη μήτρα. Φαίνεται βέβαια, πως τον πρώτο λόγο στα πρωτόκολλα συλλογής από διαφορετικούς κύκλους στις γυναίκες με χαμηλά αποθέματα ωαρίων έχει η ήπια διέγερση: λιγότερες ορμόνες εκεί που πρέπει, όταν πρέπει.