Αυτές και πολλές παρόμοιες φράσεις και συναισθήματα εκφράζονται από τα ζευγάρια που βρίσκονται αντιμέτωπα με την υπογονιμότητα, που δυστυχώς στις μέρες μας είναι ένα όλο και πιο συχνό φαινόμενο.
Για πολλές γυναίκες, αλλά και άντρες, η υπογονιμότητα αποτελεί πηγή καθημερινού άγχους δημιουργώντας έντονες δυσκολίες και προβλήματα συναισθηματικής φύσης. Στιγμές, όπως μια έγκυος γυναίκα, μια διαφήμιση στη τηλεόραση με γονείς και παιδιά, νέα φίλων ότι περιμένουν παιδί ή γονείς που μιλούν για τα παιδιά τους, χειροτερεύουν την κατάσταση.
Τα συναισθήματα που δημιουργούνται όταν το άτομο και το ζευγάρι έρθει αντιμέτωπο με την υπογονιμότητα είναι ιδιαίτερα έντονα και μπορούν να οδηγήσουν σε μία αναπάντεχη συναισθηματική κρίση. Η συναισθηματική εμπειρία που βιώνεται, συχνά, κάνει τους ανθρώπους να απομονώνονται από τους συντρόφους τους, από τις οικογένειες τους, από φίλους και συνεργάτες. Αυτό, τις περισσότερες φορές, έχει ως αποτέλεσμα να αισθάνονται μονοί και απελπισμένοι.
Όχι σπάνια, η υπογονιμότητα βιώνεται ως μία ιδιαίτερα αγχώδης εμπειρία. Κατά κανόνα, η διάγνωσή της διαταράσσει τη ζωή του ατόμου και του ζευγαριού σε προσωπικό και κοινωνικό επίπεδο. Επιπρόσθετα, επηρεάζει το πώς βλέπει κάποιος τον εαυτό του, τη σχέση του με το/τη σύντροφό του, καθώς και με τους ανθρώπους γύρω του.
Συναισθηματική αντίδραση
Σε επιστημονικό επίπεδο, οι συχνότερες συναισθηματικές «αντιδράσεις» απέναντι στην υπογονιμότητα ποικίλουν: θλίψη και κατάθλιψη, οργή, ενοχή, άρνηση, άγχος. Συχνά, τα συναισθήματα αυτά συνδυάζονται δημιουργώντας μια ακολουθία αντιδράσεων. Ξεκινούν με έκπληξη και σοκ, ακολουθούνται συνήθως από άρνηση της κατάστασης, θυμό και απομόνωση, ενώ μπορεί να οδηγήσουν σε συναισθήματα ενοχής, βαθιάς θλίψης ή ακόμη και σε κατάθλιψη.
Τα υπογόνιμα ζευγάρια ενδέχεται να νιώσουν απειλή ότι χάνουν την εμπειρία της ολοκλήρωσης της κύησης, της γέννησης ενός παιδιού, του θηλασμού, της γονικής ανατροφής. Επιπλέον, μπορεί να βιώσουν απώλεια της γενετικής τους συνέχειας και της βιολογικής τους κληρονομιάς, αλλά και της μετάβασης στο επόμενο στάδιο του κύκλου της ζωής. Ως αποτέλεσμα, δεν είναι σπάνιο τα ζευγάρια να αισθάνονται θλίψη, πένθος και απώλεια για ένα παιδί που δεν έχει γεννηθεί.
Όσο διάστημα γίνεται διερεύνηση της αιτίας, που καθορίζει κατ’ επέκταση το μέλλον, τα ζευγάρια βιώνουν ιδιαίτερα έντονες μεταπτώσεις. Συναισθηματικά κινούνται μεταξύ της θλίψης για την υπογονιμότητα και της αγωνίας, ανάμικτη με ελπίδα για το ενδεχόμενο μιας εγκυμοσύνης που μπορεί ακόμη να συμβεί. Όλα αυτά εντείνουν τον πόνο και κάνουν την απώλεια περισσότερο έντονη.
Εκτός από τη θλίψη, πολλές μελέτες περιγράφουν την οργή ως μια εξίσου κοινή συναισθηματική αντίδραση απέναντι στην υπογονιμότητα. Η ένταση του θύμου κυμαίνεται από απογοήτευση και δυσαρέσκεια για κάποιους, έως πικρία και οργή για ορισμένους άλλους. Κατ’ επέκταση, τα υπογόνιμα άτομα μη γνωρίζοντας πως να διαχειριστούν το θυμό τους, μπορεί να τον στρέψουν προς τους εαυτούς τους, τους συζύγους τους, τις οικογένειες ή τους φίλους τους, σε άλλες έγκυες γυναίκες, ζευγάρια με παιδιά, την κοινωνία ή ακόμη και προς τον Θεό.
Κατά καιρούς, συγγενείς και φίλοι των υπογόνιμων ζευγαριών ενισχύουν τέτοια συναισθήματα με ευχές («και του χρόνου με ένα εγγονάκι για τους γονείς σας!»), με έντονες παραινέσεις («άντε, δεν θα κάνετε κανένα παιδάκι;»), αλλά και με άμεση πίεση («τα χρόνια περνάνε, τι περιμένετε;»). Τα σχόλια αυτά μπορεί να λέγονται καλοπροαίρετα, αλλά είναι ιδιαίτερα οδυνηρά για ένα υπογόνιμο ζευγάρι ήδη εξαντλημένο συναισθηματικά.
Μια άλλη χαρακτηριστική αντίδραση στην υπογονιμότητα αποτελούν τα αισθήματα ενοχής και αυστηρής αυτοκριτικής. Συχνά, στην προσπάθεια να δοθούν απαντήσεις και να ανακτηθεί ο έλεγχος, τα υπογόνιμα άτομα αναζητούν την αιτία για το πρόβλημά τους στο παρελθόν. Όχι σπάνια, εστιάζουν στην καθυστέρηση της απόφασής τους να αποκτήσουν παιδιά λόγω καριέρας, σε προηγούμενες σχέσεις, σε μεθόδους αντισύλληψης κ.ο.κ.
Επιδράσεις στη συζυγική ζωή
Όπως είναι φυσιολογικό, η υπογονιμότητα έχει αντίκτυπο και στη συζυγική σχέση που μπορεί να λάβει πολλές διαφορετικές μορφές.
Έντονα αισθήματα δυσαρέσκειας πιθανόν να αναπτυχθούν ανάμεσα στο ζευγάρι, καθώς οι σύντροφοι έρχονται αντιμέτωποι με την απώλεια ενός βασικού κοινού ονείρου.
Κάποιοι μπορεί να αισθάνονται ισχυρό θυμό έως και εχθρότητα για τους συντρόφους τους. Άλλοι κατηγορούν το/τη σύντροφο τους ή αισθάνονται ότι οι ίδιοι είναι κατηγορούμενοι. Σε μερικές περιπτώσεις, μπορεί να υπάρχει έλλειψη κατανόησης και συναισθηματικής υποστήριξης ανάμεσα στο ζευγάρι ή ακόμη και φόβος ότι ο σύντροφός δεν είναι αρκετά αφοσιωμένος στην προσπάθεια απόκτησης ενός παιδιού.
Η εμπειρία που βιώνεται από την υπογονιμότητα ίσως οδηγήσει σε αμφισβήτηση, κρίση ή ανησυχία για την ίδια τη σχέση. Ενδέχεται, όταν η αιτία του προβλήματος έχει εντοπιστεί στον έναν από τους δύο, ο υπαίτιος να νιώθει ότι ο ίδιος «προκάλεσε» το πρόβλημα. Τότε μπορεί να δημιουργηθούν συναισθήματα φόβου ή/και ενοχής γιατί εξαιτίας του ο σύντροφό του «στερείται» την ιδιότητα του γονέα. Δεν αποκλείεται, το άτομο που νιώθει ότι έχει την ευθύνη, να προσπαθήσει ακόμη και να διαλύσει τη σχέση πιστεύοντας ότι με αυτόν τον τρόπο προσφέρει στο/στη σύζυγο τη «δυνατότητα», αλλά και την ευκαιρία, να αποκτήσει παιδί με κάποιον άλλο.
Οι συγκρουόμενες ανάγκες ανάμεσα στο ζευγάρι να είναι μία ακόμη πηγή προβλημάτων, δυσαρέσκειας και έντασης μέσα στη σχέση. Ιδιαίτερα στις περιπτώσεις όπου η μία πλευρά επιθυμεί να αντιμετωπίσει την υπογονιμότητα με συζήτηση, ενώ η άλλη πλευρά επιλέγει την απομόνωση.
Η εμπειρία της υπογονιμότητας μπορεί, επίσης, να δημιουργήσει δυσκολίες στη σεξουαλική σχέση του ζευγαριού. Πολλοί αναφέρουν απώλεια της σεξουαλικής τους επιθυμίας. Συχνά, η σεξουαλική επαφή παύει να είναι έκφραση αγάπης και στοργής ανάμεσα στο ζευγάρι, με αποτέλεσμα το «κάνουμε ερώτα» να αντικαθίσταται με το «κάνουμε παιδί».
Η άλλη άποψη
Ωστόσο, η υπογονιμότητα δεν επηρεάζει πάντοτε τις σχέσεις μόνο με αρνητικό τρόπο. Η δοκιμασία αυτή μπορεί να δημιουργήσει δυνατά συναισθήματα αγάπης και υποστήριξης ανάμεσα στο ζευγάρι. Για κάποιους λειτουργεί ως μια ευκαιρία να έρθουν πιο κοντά, να καλλιεργήσουν την ικανότητα αντιμετώπισης συγκρούσεων, να βελτιώσουν τη μεταξύ τους επικοινωνία, να μάθουν πώς να στηρίζουν συναισθηματικά ο ένας τον άλλον και τελικά να ισχυροποιήσουν τη σχέση τους.
Εξετάζοντας, λοιπόν, τους τρόπους που η υπογονιμότητα μπορεί να επηρεάσει τη ζωή ενός ζευγαριού, καταλαβαίνουμε γιατί τα υπογόνιμα άτομα αισθάνονται ότι βιώνουν μια από τις πιο δύσκολες εμπειρίες που έχουν αντιμετωπίσει σε ολόκληρη τη ζωή τους.
Πρακτικά, η υπογονιμότητα επηρεάζει σχεδόν κάθε τομέα της ζωής ενός ζευγαριού: το γάμο, την εργασία, τα «πιστεύω», τις συναναστροφές με άλλους ανθρώπους, το πώς βλέπει ο καθένας τον εαυτό του, τη σεξουαλικότητα κ.ο.κ.
Στο Embryolab οι εξειδικευμένοι και άρτια καταρτισμένοι επιστήμονες, με τη βοήθεια εργαστηριακού εξοπλισμού τελευταίας τεχνολογίας, έχουν οδηγήσει με ασφάλεια εκατοντάδες ζευγάρια στην προσπάθειά τους να αποκτήσουν παιδί. Οι άνθρωποι του Embryolab, σταθερά προσανατολισμένοι να προσφέρουν στα ζευγάρια αποτελεσματικές υπηρεσίες, είναι σε θέση να προσδιορίσουν -και πιθανότατα να αντιμετωπίσουν- το πρόβλημα της υπογονιμότητας και να σας οδηγήσουν με σιγουριά στην πραγματοποίηση του ονείρου σας.
Επιπλέον, η συνεργασία με τον εξειδικευμένο σε θέματα υπογονιμότητας ψυχολόγο της Μονάδας μπορεί να σας διευκολύνει στη διερεύνηση και διαχείριση δύσκολων συναισθημάτων, στην αποσαφήνιση των σκέψεών σας, καθώς και στη λήψη σημαντικών αποφάσεων.