Δημήτρης Μιχαλάκης, MD, MSc, Γυναικολόγος Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής
Οι Εμβρυομεταφορές Κρυοσυντηρημένων Εμβρύων (FET) έχουν αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια, αναδιαμορφώνοντας το τοπίο της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής. Στην πραγματικότητα, το 2018, αποτελούσαν περίπου το 65% όλων των κύκλων IVF στην Ευρώπη, σε σύγκριση με τις φρέσκιες εμβρυομεταφορές, οι οποίες υπολογίστηκαν περίπου στο 35% [1]. Αυτή η στροφή προς τις καταψυγμένες εμβρυομεταφορές μπορεί να αποδοθεί σε διάφορους παράγοντες. Κυρίαρχος παράγοντας είναι τα αρκετά υψηλά ποσοστά επιτυχίας, καθώς επιτρέπει τη δημιουργία εξαιρετικού συγχρονισμού μεταξύ του εμβρύου και της μήτρας της γυναίκας, συμβάλλοντας με αυτό το τρόπο στη δημιουργία ενός ιδανικού ορμονικού και ενδομήτριου περιβάλλοντος, με τελικό στόχο την εξασφάλιση αυξημένων πιθανοτήτων επιτυχούς εμφύτευσης. Επιπλέον, εκμηδενίζονται επιπλοκές όπως ο κίνδυνος συνδρόμου υπερδιέγερσης των ωοθηκών, μια επιπλοκή που μπορεί να παρουσιαστεί μετά από φρέσκιες εμβρυομεταφορές σε γυναίκες οι οποίες έχουν χαρακτηριστεί ως υψηλές απαντήτριες σε πιθανή μελλοντική ωοθηκική διέγερση.
Μία σύγχρονη μονάδα υποβοηθούμενης αναπαραγωγής καλείται πλέον να παρέχει τις υψηλότερες υπηρεσίες όσο αφορά τη κρυοκατάψυξη και την απόψυξη των εμβρύων ώστε να υποστηριχθεί αυτή η τάση προς τη μεταφορά κατεψυγμένων εμβρύων με το πλέον κατάλληλο τρόπο. Πάνω σε αυτό στηρίζουμε σθεναρά και επικροτούμε τη παρουσία σύγχρονων και πρωτοποριακών εμβρυολογικών εργαστηρίων και έμπειρων εμβρυολόγων σε μονάδες υποβοηθούμενης αναπαραγωγής ώστε να μπορέσει να επιτευχθεί η εκλεκτική κρυοκατάψυξη και η απόψυξη των εμβρύων με τον πλέον βέλτιστο τρόπο. Είναι ξεκάθαρο λοιπόν ότι η ανάπτυξη της βιοτεχνολογίας και η τάση για μεταφορά κυρίως κρυοσυντηρημένων εμβρύων αποτελεί μια σημαντική πρόοδο στις θεραπείες γονιμότητας, παρέχοντας στους ασθενείς, τους εμβρυολόγους και τους κλινικούς ιατρούς ένα σημαντικό εργαλείο προκειμένου να παρέχουν υψηλού επιπέδου υπηρεσίες.
Όσον αφορά την προετοιμασία του ενδομητρίου για τη μεταφορά κρυοσυντηρημένων εμβρύων (FET), υπάρχουν αρκετά πρωτόκολλα τα οποία επιλέγονται με βάση τα ατομικά και ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της κάθε γυναίκας. Μια αρκετά διαδεδομένη μέθοδος είναι ο τεχνητός κύκλος προετοιμασίας του ενδομητρίου όπου αρχικά χορηγούνται οιστρογόνα για τη διέγερση και πάχυνση του ενδομητρίου και στη συνέχεια όταν οι συνθήκες είναι ιδανικές ακολουθεί η χορήγηση προγεστερόνης πριν οδηγηθούμε στο τελικό βήμα της εμβρυομεταφοράς. Στόχος αυτού του πρωτοκόλλου είναι να δημιουργήσουμε ένα ιδανικό ενδομήτριο και ορμονικό περιβάλλον χορηγώντας εξωγενώς τις απαραίτητες ορμόνες ώστε να επιτύχουμε τις καλύτερες συνθήκες για την εμφύτευση του εμβρύου και τη μετέπειτα εξέλιξη της εγκυμοσύνης. Μία άλλη προσέγγιση που επιστρέφει και πάλι στη διεθνή βιβλιογραφία καθώς έχει να παρουσιάσει αρκετά οφέλη σε σχέση με το τεχνητό κύκλο προετοιμασίας ενδομητρίου είναι η μεταφορά κρυοσυντηρημένων εμβρύων σε φυσικό κύκλο προετοιμασίας ενδομητρίου, όπου δεν χορηγούνται εξωγενώς καθόλου πρόσθετες ορμόνες (οιστρογόνα) και η εμβρυομεταφορά προγραμματίζεται ανάλογα με τη φυσική ωορρηξία της γυναίκας.
Παρά τα μεγάλα ποσοστά επιτυχίας τόσο της τεχνητής όσο και της φυσικής προετοιμασίας του ενδομητρίου, πρόσφατα ευρήματα έχουν δημοσιευτεί σχετικά με την επίπτωση του κάθε πρωτοκόλλου στη μετέπειτα εξέλιξη και έκβαση της κύησης. Μια πρόσφατη συστηματική ανασκόπηση και μετα-ανάλυση (2023) από τον Zaat et al. έδειξε ότι η μεταφορά κατεψυγμένων εμβρύων σε τεχνητό κύκλο προετοιμασίας του ενδομητρίου μπορεί να σχετίζεται με επιπλοκές κατά τη διάρκεια της κύησης, όπως ένα μεγάλο έμβρυο για την ηλικία κύησης (LGA), μακροσωμία εμβρύου, χαμηλό βάρος γέννησης, αποβολή, πρόωρο τοκετό, πολύ πρόωρο τοκετό, υπερτασικές διαταραχές της κύησης, προεκλαμψία, προδρομικό πλακούντα, και αιμορραγία μετά το τοκετό [2].
Ένα ακόμη εξαιρετικά ενδιαφέρον πόρισμα αυτής της μελέτης ήταν η συσχέτιση μεταξύ της υποστήριξης της ωχρινικής φάσης σε έναν φυσικό κύκλο προετοιμασίας ενδομητρίου για τη μεταφορά κατεψυγμένων εμβρύων και της έκβασης της κύησης. Συγκεκριμένα, φαίνεται πως η χορήγηση εξωγενώς προγεστερόνης για την υποστήριξη της ωχρινικής φάσης κατά τη διάρκεια ενός φυσικού κύκλου προετοιμασίας ενδομητρίου σχετίζεται με μειωμένο κίνδυνο πρόωρου τοκετού σε σύγκριση με αντίστοιχες προσπάθειες όπου δεν γίνεται εξωγενώς χορήγηση προγεστερόνης [2].
Όλοι εμείς στο Embryolab, δίνουμε πάντα προτεραιότητα στην υγεία και την ασφάλεια των ασθενών μας, προσπαθώντας όχι μόνο να προσφέρουμε τα υψηλότερα ποσοστά επιτυχίας αλλά και να διασφαλίσουμε ότι όλες οι πτυχές του ταξιδιού της εγκυμοσύνης υποστηρίζονται με τον πλέον ασφαλή τρόπο. Με βάση αυτά τα πρόσφατα δεδομένα, προτεραιότητά μας είναι η υποστήριξη και εφαρμογή πρωτοκόλλων που είναι ασφαλή, συνδέονται με υψηλά ποσοστά επιτυχίας και στόχο έχουν να δημιουργήσουν τις απαραίτητες συνθήκες για την επιτυχή εμφύτευση του εμβρύου, την ομαλή πορεία της εγκυμοσύνης και τελικά της γέννηση ενός υγιούς παιδιού.
Βιβλιογραφικές αναφορές