Μιχάλης Κυριακίδης, MD, MSc, Γυναικολόγος Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής, Αναπληρωτής Επιστημονικός Διευθυντής Embryolab
Η εξέλιξη της τεχνολογίας και της γνώσης στην υποβοηθούμενη αναπαραγωγή τις τελευταίες δεκαετίες έχει αυξήσει σημαντικά τις πιθανότητες επιτυχίας και έχει βοηθήσει εκατομμύρια ζευγάρια παγκοσμίως να ξεκινήσουν την οικογένεια τους. Βέβαια, κάποια ζευγάρια δεν θα πετύχουν εγκυμοσύνη παρά τις επανειλημμένες προσπάθειες εμφύτευσης.
Η εμφύτευση του εμβρύου είναι ένα κρίσιμο βήμα της ανθρώπινης αναπαραγωγής. Η επιτυχημένη εμφύτευση ενός εμβρύου εξαρτάται από διάφορους παράγοντες συμπεριλαμβανομένου τη δυναμική του εμβρύου, την υποδεκτικότητα του ενδομητρίου αλλά ακόμα και την αλληλεπίδραση μεταξύ τους. Στη προσπάθεια να εξηγήσουμε το πρόβλημα των επαναλαμβανόμενων αποτυχιών εμφύτευσης, η Ευρωπαϊκή Εταιρία Ανθρώπινης Αναπαραγωγής (ESHRE) πρόσφατα δημοσίευσε κατευθυντήριες οδηγίες για τη διαχείριση αυτού του γρίφου.
Σύμφωνα με τα τελευταία δεδομένα, ο ορισμός αυτού το προβλήματος θα πρέπει να εξατομικεύεται για κάθε ζευγάρι. Το όριο που προτείνεται είναι οι δύο αποτυχημένες εμβρυομεταφορές σε συνάρτηση πάντα με την ηλικία του ζευγαριού και τα μορφολογικά χαρακτηριστικά των εμβρύων. Δεδομένου ότι όλα τα ζευγάρια έχουν ήδη ολοκληρώσει ένα προκαταρκτικό έλεγχο πριν την έναρξη της θεραπείας τους, σε αυτή την περίπτωση θα πρέπει να επαναξιολογούνται κάποια δεδομένα.
Σε πρώτη φάση, θα πρέπει να γίνει ένας ενδελεχής επανέλεγχος της μήτρας. Η ανατομική αξιολόγηση αυτή θα πρέπει να περιλαμβάνει τόσο το ενδομήτριο όσο και το μυϊκό τοίχωμα. Κατά την εξέταση αυτή, θα πρέπει να επιβεβαιωθεί το πάχος και η μορφολογία του ενδομητρίου και να αποκλειστεί η παρουσία ενδομήτριας παθολογίας ή κάποιου άλλου προβλήματος στο κυρίως σώμα της μήτρας (πχ ινομύωμα) που μπορεί να έχει εμφανιστεί. Ο έλεγχος αυτός θα πρέπει να περιλαμβάνει τρισδιάστατο υπερηχογράφημα αλλά και υστεροσκόπηση. Σε αυτή τη φάση, το ζευγάρι μπορεί να επιλέξει και κάποιες λειτουργικές εξετάσεις που μπορεί να εφαρμοστούν. Η εξέταση εκλογής σε αυτή την περίπτωση είναι η ιστολογική εκτίμηση ενδομητρίου μετά από βιοψία. Σε αυτή την εξέταση, θα αναζητηθούν δείκτες φλεγμονής, ανοσολογικοί παράγοντες αλλά και διαταραχές του μικροβιώματος της ενδομήτριας κοιλότητας.
Σε αυτή τη φάση, θα πρέπει να γίνεται και επανεκτίμηση του τρόπου ζωής αλλά και των ιδιαίτερων σωματικών χαρακτηριστικών του ζευγαριού. Βελτίωση των διατροφικών συνηθειών, απώλεια βάρους όταν απαιτείται, βελτίωση του ύπνου αλλά και διακοπή του καπνίσματος μπορεί να κάνουν σημαντική διαφορά για τους επόμενους κύκλους θεραπείας του ζευγαριού.
Σε επόμενη φάση, ο έλεγχος πρέπει να περιλαμβάνει εξειδικευμένες μεταβολικές και γενετικές εξετάσεις. Παρότι τέτοιου είδος προβλήματα θεωρούνται αρκετά σπάνια, αξίζει να αποκλειστεί οποιαδήποτε συμμετοχή αυτών των παραγόντων στις προηγούμενες αποτυχίες. Έτσι λοιπόν, ένας λεπτομερής επανέλεγχος της θυρεοειδικής λειτουργίας, του μεταβολισμού της γλυκόζης αλλά και του ορμονικού προφίλ της ασθενούς είναι απαραίτητος πριν την τροποποίηση του θεραπευτικού πλάνου. Σε αυτή τη φάση, θα πρέπει να αναθεωρήσουμε και την αξία λειτουργικών εξετάσεων που μπορούν να γίνουν στο ενδομήτριο (όπως η εξέταση υποδεκτικότητας του ενδομητρίου ERA test). Παρότι αυτού του είδους εξετάσεις δεν έχουν απόλυτη τεκμηρίωση, εντούτοις κάποιες γυναίκες μπορεί να επωφεληθούν και θα πρέπει εξατομικευμένα να προτείνονται από τον θεράποντα ιατρό.
Τέλος, θα πρέπει να αναφερθεί και η αξία του προεμφυτευτικού γενετικού ελέγχου των εμβρύων (PGT-A/PGT-M/PGT-SR) για την αποφυγή μελλοντικών αποτυχιών εμφύτευσης. Ο έλεγχος αυτός είναι ένα κλινικό εργαλείο εκτίμησης του χρωμοσωμικού προφίλ των εμβρύων ενός ζευγαριού. Και παρότι υπάρχουν νομικά κριτήρια για την εκτέλεση αυτού του ελέγχου, πολλά ζευγάρια θα επωφεληθούν οπότε θα πρέπει να συμπεριληφθεί στην εργαλειοθήκη του θεράποντα ιατρού.
Οι επαναλαμβανόμενες αποτυχίες εμφύτευσης έχουν συσχετιστεί με αύξηση του επιπέδου στρες και συσσώρευσης αισθημάτων απογοήτευσης στα ζευγάρια. Για αυτό το λόγο και η ψυχολογική υποστήριξη και τεκμηριωμένη καθοδήγηση θεωρείται ουσιαστικό στοιχείο της αντιμετώπισης αυτής της ιδιαίτερης κατάστασης.
Οι κατευθυντήριες οδηγίες μας προσφέρουν ένα σημαντικό στρατηγικό μονοπάτι για τη διερεύνηση ενός δύσκολου γρίφου και μια σταθερή βάση για την αντιμετώπιση του προβλήματος των επανειλημμένων αποτυχιών εμφύτευσης στην εξωσωματική γονιμοποίηση.