Η υστεροσαλπιγγογραφία (ή για συντομία, σαλπιγγογραφία) είναι μία ακτινογραφία η οποία γίνεται προκειμένου να διαπιστώσουμε αν το εσωτερικό της μήτρας (ενδομητρική κοιλότητα) είναι φυσιολογικό και αν οι σάλπιγγες της γυναίκας είναι ανοιχτές. Η εξέταση γίνεται από ιατρούς ακτινολόγους, συχνά σε συνεργασία και με γυναικολόγους.
Κατά τη διάρκεια της εξέτασης χορηγείται μία ειδική σκιαστική ουσία από τον τράχηλο της μήτρας. Καθώς αυτή περνάει μέσα από τη μήτρα και τις σάλπιγγες, ο ακτινολόγος κρατά εικόνες που βοηθούν στη διάγνωση.
Με τη σαλπιγγογραφία μπορεί να διαγνωστούν:
Επίσης, διαπιστώνεται αν οι σάλπιγγες είναι ανοιχτές και αν υπάρχουν συμφύσεις γύρω από τις σάλπιγγες.
Η σαλπιγγογραφία συνήθως προκαλεί ελαφριά δυσαρέσκεια κατά τη διάρκεια της εξέτασης, που παραμένει και λίγο μετά την εξέταση. Γι’ αυτό βοηθάει τόσο η προετοιμασία με λήψη κάποιου παυσίπονου πριν την εξέταση, όπως και η επιλογή κάποιου εξειδικευμένου ιατρού στην σαλπιγγογραφία. Κάποια ακτινολογικά ιατρεία παρέχουν και τη δυνατότητα χορήγησης ήπιας νάρκωσης (μέθη).
Τέλος, επειδή κατά τη χορήγηση της σκιαστικής ουσίας από τον κόλπο υπάρχει η πιθανότητα μεταφοράς κάποιου μικροβίου στη μήτρα και τις σάλπιγγες, συστήνεται προληπτική χορήγηση αντιβίωσης για την αποφυγή επιπλοκών, όπως αυτή της σαλπιγγίτιδας.